Σάββατο 15 Φεβρουαρίου 2014

Τα παράθυρα της Βενετίας, στο Βόλο


Μία ιδιαίτερη έκθεση φωτογραφίας του Ρικάρδο Ζίπολι αφιερωμένη στη Βενετία , εγκαινιάζεται σήμερα Σάββατο 15 Φεβρουαρίου στις 20:00 στο Πολιτιστικό Κέντρο Της Νέας Ιωνίας υπό την αιγίδα της Ιταλικής Πρεσβείας στην Αθήνα και την υποστήριξη του Ιταλικού Μορφωτικού Ινστιτούτου, του προξενείου της Ιταλίας Στη Ρόδο και της Διεύθυνσης Πολιτισμού του Δ.Ο.Ε.Π.Α.Π.-ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Δήμου Βόλου. 
Μια μεταβλητή και άπιαστη πόλη, αλλά ταυτόχρονα ιδανική και μεταφυσική. Μια φανταστική Βενετία που αλλάζει μορφές και χρώματα. Έτσι φαίνεται η Βενετία στις φωτογραφίες του Ρικάρδο Ζίπολι που αποτυπώνουν την αντανάκλαση στα τζάμια των παραθύρων σπιτιών και παλατιών της πόλης, στοιχείων όπως καμπαναριά, δέντρα, θόλους , αγάλματα, σύννεφα, καμινάδες. 
 Οι φωτογραφίες της έκθεσης παρουσιάζονται σε ζεύγη που συνδέονται με ένα ιδιαίτερο τρόπο και συνοδεύονται από στίχους του Μίρζα Αμπδολκαδερ ενός κορυφαίου εκπροσώπου της Περσικής λογοτεχνίας μεταφρασμένους από τον ίδιο τον Ρικάρδο Ζίπολι. 
Τη μετάφραση των στίχων στα ελληνικά επιμελήθηκε ο Βολιώτης ποιητής Σπύρος Μακρυγιάννης. 
Ο Ρικάρδο Ζίπολι γεννήθηκε στο Πράτο το 1952 και από το 1975 διδάσκει λογοτεχνία και Περσική γλώσσα στο πανεπιστήμιο Ca’Foscari στη Βενετία. Είναι διπλωματούχος σκηνοθεσίας και διεύθυνσης φωτογραφίας από το πειραματικό κέντρο κινηματογραφίας της Ρώμης. Άρχισε να φωτογραφίζει το 1972. Έχει εκθέσει στο «Institute of contemporary arts» του Λονδίνου και στην γκαλερί «il Diaframma» στο Μιλάνο αλλά και σε άλλες πόλεις της Ιταλίας και του εξωτερικού. 
 Η έκθεση περιοδεύει στην Ελλάδα έχοντας ήδη παρουσιαστεί στη Ρόδο, την Καλαμάτα, το Ναύπλιο και την Πάτρα ενώ μετά το Βόλο θα παρουσιαστεί στην Αθηνά και τη Λερό. Σε όλες τις πόλεις υπάρχουν δραστήριοι Ελληνο-Ιταλικοί σύλλογοι. 

 Η έκθεση θα διαρκέσει μέχρι την Τρίτη 4 Μαρτίου Η είσοδος για το κοινό είναι ελεύθερη. Το ωράριο λειτουργίας είναι : 10:00- 13:00 και 18:00-21:00 εκτός Σαββάτου και Κυριακής. Την έκθεση επιμελείται για το Βόλο ο Τζιοβάνι Αλμπίνο Γ.Γ. του Ελληνο-Ιταλικού συλλόγου «Amici d’ Italia». 
(αναδημοσίευση από τον ηλεκτρονικό Ταχυδρόμο)

Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2014

Η μέγαιρα (α' μέρος)

Η μέγαιρα
                 
                …Ή αλλιώς, όταν χάρη σ’ εκείνη/εξαιτίας της, συνάντησα μια saturnia pyri…



Πήγα μεγάλη στην κατασκήνωση, ήμουν πατημένα 13…Εκείνη την εποχή, στην κατασκήνωση του Αη Γιάννη Πορταριάς, επιτρέπονταν να πάνε παιδιά μέχρι 12.5 ετών, η μάνα μου, εργάτρια τότε στην Πειραϊκή Πατραϊκή, έβαλε τα μεγάλα μέσα να πάω, ανεπισήμως και σαν συνοδός της αδελφής μου που την περνούσα 2.5 χρόνια, υποσχέθηκα ότι θα προσέχω όλα τα μικρά του θαλάμου –όχι μόνον την αδελφή μου- και ανεβήκαμε με ένα ασφυκτικά γεμάτο λεωφορείο του ΚΤΕΛ, στην Πορταριά…
Το πρόγραμμα της κατασκήνωσης ήταν για 21 μέρες…Τώρα που το σκέφτομαι, καταλαβαίνω γιατί μου φαινόταν σαν Γολγοθάς  η πρώτη βδομάδα: για πρώτη φορά έφευγα από το σπίτι, και μάλιστα επιφορτισμένη με την φροντίδα της αδελφής μου, με την οποία είχαμε ελάχιστα κοινά: Εγώ ήθελα να ροβολάω στα βουνά και τα λαγκάδια, να μην αφήνω πέτρα πάνω στην πέτρα, να πιάνω όλα τα ζουζουνοειδή που έπεφταν ή δεν έπεφταν στα χέρια μου, κι εκείνη απλώς βαριόταν…Αλλά δεν περνούσε το δικό της, μα το δικό μου: Την έσερνα παντού μαζί μου…
Είχαμε λοιπόν 2 ομαδάρχες σε κάθε θάλαμο, και κάθε ένας από αυτούς, ασχολούνταν με 10-12 παιδιά…Ο δικός μας θάλαμος, είχε μόνον κορίτσια, σε μας έκανε κουμάντο μια ομαδάρχισσα ονόματι Μαρία…Ήταν πρωτοετής φοιτήτρια της Νηπιαγωγικής, μόλις είχε κλείσει τα 18 - και ήταν πολύ μικροκαμωμένη κι όμορφη…Μέσα στην κατασκήνωση είχε γνωρίσει ένα αγόρι, τον Γιάννη, εκείνος και η αδελφή του η Φωτεινή, ήταν τμηματάρχες, και κάνανε πολύ παρέα με τον Θοδωρή, το αγόρι της Φωτεινής, ο οποίος ήταν ο ένας από τους 2 υπαρχηγούς...Αυτοί οι τέσσερις, πήγαιναν παντού μαζί, συνεργάζονταν άψογα, και τους αγαπήσαμε αμέσως…
Ειδικά ο Γιάννης και η Μαρία, φάνταζαν τα μάτια μας ως το τέλειο ζευγάρι, τους ρωτούσαμε αν θα παντρευτούν, και εμείς τα μεγαλύτερα κορίτσια στο θάλαμο, αναρωτιόμασταν αν θα βρίσκαμε κι εμείς κάποτε ένα τόσο όμορφο αγόρι να αγαπήσουμε, όμορφο σαν το Γιάννη, που ήταν κούκλος…Και η αδελφή του φυσικά, μια κούκλα επίσης, έγινε φίλη με την Μαρία –Μαράκι την φώναζε ο Γιάννης, Μαράκι την φωνάζαμε κι εμείς τα πιτσιρίκια, και τρέχαμε ξοπίσω της όταν μας πήγαινε από δραστηριότητα σε δραστηριότητα, και της λέγαμε ότι θα γίνει η καλύτερη νηπιαγωγός του κόσμου…
Ζωγράφιζα πολύ τότε…Ζωγράφιζα όπου έβρισκα, στα δικά μου χαρτιά, στα χαρτιά των άλλων, πάνω στα τραπέζια των κατασκευών, σε χαρτοπετσέτες, χαρτόνια από το κυλικείο…Η Μαρία ήταν εκεί συνήθως, μα ένα απόγευμα ήρθε ο Θοδωρής, και με βρήκε ξαπλωμένη με την κοιλιά στη μέση του μεγάλου στενόμακρου τραπεζιού των κατασκευών, με τα άλλα πιτσιρίκια στην ίδια στάση τριγύρω μου, να με κοιτούν να ζωγραφίζω…Μας έβαλε να ξανακαθήσουμε όλοι όπως έπρεπε στις θέσεις μας –στο κάτω –κάτω υπαρχηγός ήταν, έπρεπε να ακολουθήσουμε τις οδηγίες του-,  και κάθησε κοντά μας, μιλώντας κυρίως με μένα, που ήμουν και η μεγαλύτερη. Έφτιαχνα λοιπόν γοργόνες, ψάρια και κύκνους στο χαρτί, μεγάλους κύκνους, χρησιμοποιώντας την μέθοδο του κλασικού 2, και ταυτόχρονα απαντούσε στις ερωτήσεις μου:
-Πώς λέγεται ο αρχηγός;
-Γιώργος…
-Γιατί εσύ είσαι υπαρχηγός;
-Επειδή κάθε αρχηγός πρέπει να έχει 2 υπαρχηγούς, και εγώ είμαι ο ένας…
-Και ο δεύτερος ποιος είναι;
-Η Γεωργία…
-Ποια είναι αυτή δεν την ξέρω…
-Δεν έρχεται εδώ, έχει άλλες δουλειές στο αρχηγείο…
-Και τι κάνει εκεί;
-Κοιτάζει τις λίστες των παιδιών, πίνει καφέ, λύνει σταυρόλεξα…
-Τα έχει με το Γιώργο τον αρχηγό;
-Όχι, πώς σού ’ρθε;
-Ε, Γιάννης και Μαρία, Θοδωρής –εσύ- και Φωτεινή, Γιώργος και Γεωργία… Ταιριάζει…
-Όχι, ο Γιώργος έχει άλλη κοπέλα…Αλλά κι εσύ, μην τα λες έτσι απότομα όλα αυτά, δεν τα κρύβουμε βέβαια, αλλά δεν τα φωνάζουμε κιόλας…
-Καλά, δεν θα ξαναπώ τίποτα…Θα την παντρευτείς την Φωτεινή; Είναι πολύ όμορφη…
Κι έφυγε γελώντας…
Δυο μέρες μετά, λίγο μετά το πρωινό, με κάλεσαν στο αρχηγείο, μάλιστα φωνάξανε το όνομά μου από τα μεγάφωνα, αλλά εγώ δεν το άκουσα, ήμουν ήδη πίσω στο θάλαμο, κι εκεί με βρήκε ένα κορίτσι από τον ίδιο κοιτώνα, και μου είπε ότι με ζητούσαν, την είχε στείλει η Μαρία να με βρει…Πήγα προς την μεγάλη τραπεζαρία (δεν ήξερα πού ήταν το αρχηγείο, έπρεπε να βρω κάποιον να μου δείξει), και έπεσα πάνω σε μια κοπέλα, με χαλαρό ύφος και βάδισμα, με παντελόνα μακριά και κοντά κατσαρά μαλλιά, και την ρώτησα αν ήξερα πού έπρεπε να πάω…Μου έδειξε αδιόρατα με το περιοδικό που κρατούσε στο χέρι, σαν να μου έλεγε «κάπου εδώ τριγύρω», κι αφού πήγε και πήρε καφέ φραπέ από το κυλικείο, έφυγε προς άγνωστη κατεύθυνση…Τελικά, αφού ρώτησα κι εγώ στο κυλικείο για πληροφορίες που μου έδωσαν, έχασα το δρόμο και περιπλανήθηκα αρκετά, μέχρι που ξαναγύρισα στον θάλαμο, και τελικά αφού επέστρεψα στις τραπεζαρίες, αποφάσισα και έκανα την ίδια διαδρομή, ώσπου προς μεγάλη μου έκπληξη ανακάλυψα, πώς το αρχηγείο ήταν ακριβώς προς την κατεύθυνση που είχε πάρει η κοπέλα που είχα συναντήσει και ρωτήσει!
Ιδρωμένη –είχε πάρα πολύ ζέστη εκείνη τη μέρα-, έφτασα στο αρχηγείο και βρήκα το Θοδωρή, που με ρώτησε γελώντας γιατί άργησα τόσο…Από τη γερμένη πόρτα που έβγαζε σε ένα διπλανό γραφείο,  έβλεπα την κοπέλα που είχα δει, να λύνει ένα σταυρόλεξο!
-Το πρωί σε φωνάξαμε, μου είπε ο Θοδωρής, κι έρχεσαι τώρα (3 το μεσημέρι)
-Δεν ήξερα που είναι το αρχηγείο, ρώτησα εκείνη εκεί (του έδειξα προς την κατεύθυνση του άλλου δωματίου) και δεν μου είπε τίποτα, με άφησε και έφυγε! Θα ‘ρχόμουνα νωρίτερα αν μου έλεγε πού πρέπει να πάω, ή αν με συνόδευε! Αυτή είναι η υπαρχηγός; Έπρεπε να έχετε διαλέξει καναν άλλο γι’ αυτή τη δουλειά!
Ο Θοδωρής κούνησε το κεφάλι του και έγειρε την πόρτα της Γεωργίας.
-Καλά, μην φωνάζεις!
-Δεν φωνάζω, μουρμούρισα κι εγώ, αλλά ό,τι κι αν σας είπαν ότι έκανα, να ξέρετε πώς δεν το έκανα εγώ!
-Δεν έκανες τίποτα ακόμα, μου είπε ο Θοδωρής, θέλουμε όμως να μας ζωγραφίσεις έναν τοίχο, τον πλαϊνό τοίχο του κυλικείου…θα μας φτιάξεις μια θαλασσογραφία…
Πρώτη φορά άκουγα τη λέξη θαλασσογραφία…Με πήγε στον αρχηγό, και μαζί μου εξήγησαν ότι θέλανε να φτιάξω μια γοργόνα στη μέση, και γύρω- γύρω, διάφορα ζώα της θάλασσας, χταπόδια, ψάρια, μέδουσες, αστερίες, φύκια…Θα ετοιμάζανε αυτοί τον τοίχο- για να κερδίσουμε χρόνο-, θα τον βάφανε ανοιχτό γαλάζιο, κι από πάνω θα έφτιαχνα εγώ το σχέδιο και μια ομάδα παιδιών, θα ζωγραφίζανε με λαδομπογιά, τα υπόλοιπα… 
Ξετρελάθηκα!  

(Συνεχίζεται)