Παρασκευή 18 Νοεμβρίου 2011

Ο Μοργκανίτης


Ο Μοργκανίτης, γνωστός και ως "ροζ βήρυλος", "τριανταφυλλί beryl", "ροζ σμαράγδι", και "cesian (ή caesian) beryl", είναι ένας σπάνιος ροζ πολύτιμος λίθος από την οικογένεια της βηρύλου. Ο μοργκανίτης επίσης μπορεί να βρεθεί σε κιτρινωπές ή πορτοκαλιές αποχρώσεις ενώ είναι πολύ κοινή και η ποικιλία που παρουσιάσει λωρίδες χρώματος κίτρινου και ροζ.. Με μια ειδική θερμική κατεργασία είναι δυνατόν να απομακρυνθούν τα μπαλώματα του κίτρινου ενώ πολύ συχνά χρησιμοποιήται ακτινοβολία για τη βελτίωση του χρώματος.
Η ροζ βήρυλος ανακαλύφθηκε για πρώτη φορά σε μια ακτή της Μαδαγασκάρης το 1910. Τον Δεκέμβριο του 1910, η New York Academy of Sciences ονόμασε τη ροζ ποικιλία της βηρύλου "Morganite" προς τιμήν του τραπεζίτη JP Morgan.
Στις 7 Οκτωβρίου του 1989, ένα από τα μεγαλύτερα δείγματα Morganite βρέθηκε στο λατομείο Bennett στο Buckfield, Maine, ΗΠΑ και ονομάστηκε "The Rose του Maine,« . Το κρύσταλλο, αρχικά είχε πορτοκαλιά απόχρωση, είχε διαστάσεις 23cm x 30cm, και ζύγιζε (μαζί με το μητρικό πέτρωμα) 23 κιλά.
Ένα πετράδι προς τιμήν του συλλέκτη
Μέχρι το τέλος του αιώνα ο JP Morgan είχε γίνει ένας από τους σημαντικότερους συλλέκτες πολύτιμων λίθων της Αμερικής και είχε συγκεντρώσει την πιο σημαντική συλλογή πολύτιμων λίθων στις ΗΠΑ(πάνω από 1000 τεμάχια). Με τη βοήθεια του διευθύνοντα γεμολόγου των Tiffany &Co George Frederick Kunz, κατάφερε να συμπληρώσει τη συλλογή του, η οποία εκτέθηκε στη Διεθνή Έκθεση του Παρισιού, το 1889. Η έκθεση κέρδισε δύο χρυσά βραβεία και τράβηξε την προσοχή σημαντικών επιστημόνων, αδαμαντοκοπτών και φυσικά, του ευρύτερου κοινού .
Ο George Frederick Kunz, στη συνέχεια προχώρησε στη δημιουργία μίας δεύτερης, πιο εκλεπτυσμένης συλλογής, η οποία εκτέθηκε στο Παρίσι το 1900. Οι συλλογές έχουν δωρηθεί στο Αμερικανικό Μουσείο Φυσικής Ιστορίας στη Νέα Υόρκη και είναι γνωστές με τα ονόματα "συλλογή Morgan-Tiffany" και "συλλογή Morgan-Bement" .

Όλες οι πληροφορίες προέρχονται από την wiki, και οι φωτό από το νετ
Δέσποινα Τσαφετοπούλου

Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2011

ΑΚΑΙΡΙΑ


ΑΚΑΙΡΙΑ
Ἀπερήμωση.
Κανεὶς δὲν εἶν᾿ ἐδῶ, οὔτε δῶ, οὔτε κεῖ κάτω;
Κανείς;
κι αὐτὲς οἱ πολυώροφες ἀνθρώπινες σχέσεις
ποιὸς θὰ τὶς κατοικήσει;
Φύγατε ὅλοι, ὅλα; Ἢ ποτὲ δὲ σᾶς εἶχα;
ἀνεπιβεβαίωτα μένουν τὰ δυὸ κυπαρίσσια
στὴν εἴσοδο τῆς καλησπέρας ποὺ ἔλεγες.
Ἔλεγες ἢ ζωγράφιζα φθόγγους καὶ στόματα
στῶν βραδινῶν ὡρῶν τὶς ξώπορτες;
Ποιὲς βραδινὲς ὧρες; Ἔρχονταν; Διθέσιες;
Ἀκαιρία.
Ἠρεμοῦν ἐρημώνοντας ὅλα.
Δὲν κράτησε ἡ διάρκεια τὸ λόγο της,
πέφτουν τῶν παρατάσεων τὰ φύλλα
ἀπὸ τεράστιους κορμοὺς καιρῶν κομμένων
-ὑλοτόμε.
Ἀκαιρία.
Οἱ θάλασσες κουλουριαστήκανε στὰ κάδρα.
Κίτρινο ἀφροδίσιο,
πυώδεις κάμποι ξένου.
Ξένο φθινόπωρο βιάζει
ἐκτάσεις ἱερόδουλες.
Πέφτει μία ξένη βροχὴ
ἀπὸ μία ξένη τάση
καὶ ἡ τάση γιὰ ζωὴ πέφτει.
Ξένα αὐτὰ ἢ τά ῾χω ξαναφοβηθεῖ;
Ἀστράφτει σ' ἕνα ἀπόμακρο φυλάκιο τοῦ οὐρανοῦ,
καίγονται οἱ ἀσφάλειες τοῦ Θεοῦ,
βραχυκυκλώνεται τὸ σῶσον.
τρομάζει μία μικρὴ λιποψυχία στὸ παράθυρο
ἀφήνει ἀργὰ τὸ κουρτινάκι της νὰ πέσει.
Ἀπερήμωση.
Κι αὐτὲς τὶς πολυώροφες ἀνθρώπινες σχέσεις
ποιὸς τὶς γκρέμισε;
κι ἐγὼ πῶς μένω ἐδῶ,
ποῦ μὲ ὁδηγοῦν κλεισμένη
αὐτὲς οἱ ξένες ἀνεξήγητες συνέχειες;
Ξένες ἀνεξήγητες συνέχειες
ἀκίνητες, ἀπὸ παντοῦ κλειστές,
νὰ μὴν μπορεῖς νὰ βγεῖς
κι ἀλλιῶς νὰ συνεχίσεις,
καὶ δὲν μπορῶ νὰ βγῶ
κι ἀκόμα μέσα εἶμαι
μέσα σε αὐτὸ τὸ ξένο μέσα συνεχίζομαι
ἀκόμα καὶ τώρα ποὺ γράφω
αὐτὸ τὸ δικό μου
τὸ μόνο δικό μου
δικό μου ποίημα
κατάδικό μου.
Κατάδικο ποίημα.

Κικὴ Δημουλᾶ - Τὸ Τελευταῖο Σῶμα μου
Ποιητικὴ Συλλογή, ἐκδόσεις Κείμενα 1981, Β´ ἔκδ. Στιγμή, 1989